Κυριακή 31 Ιουλίου 2016

Δεκαπενταύγουστος: Το νόημα των Παρακλήσεων προς την Παναγία μας

Kαλό Μήνα και καλή Παναγιά 

Γιατί παρακαλοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Οἱ παρακλήσεις πρός τή Θεοτόκο ἀναφέρουν τίς ἐπικλήσεις τῶν πιστῶν μέ δεήσεις καί ἱκεσίες πρός τήν Παναγία γιά νά λάβουν τή βοήθειά Της στούς καιρούς τῶν πειρασμῶν, τῶν πόνων, τῶν θλίψεων καί κάθε εἴδους προστασία ἀπό τό θεῖο πρόσωπό Της. Καί τονίζεται χαρακτηριστικά: “Δέξαι παρακλήσεις ἀναξίων σῶν ἱκετῶν”. Πρῶτον, παρακαλοῦμε τήν Παναγία μέ αἴσθημα πίστεως καί πόνου γιά νά μᾶς βοηθήσει στή ζωή μας ἀπό τούς πειρασμούς, λέγοντάς της: “Πολλοῖς συνεχόμενοις πειρασμοῖς, πρὸς Σὲ καταφεύγω, σωτηρίαν ἐπιζητῶν”. Εἶναι πολλοί οἱ πειρασμοί πού παρασύρουν τόν πιστό στό κακό, στήν ἡδονή, στήν κακία, στήν ἐχθρότητα, στήν περιφρόνηση τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί τόν ὁδηγοῦν στήν πράξη τῆς ἁμαρτίας. Ὁ πειρασμός εἶναι ὁ προπομπός τῆς ἁμαρτίας γιά νά κλονισθεῖ ἡ πίστη μας καί νά ἀδιαφορήσουμε γιά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ζητᾶμε ἀπό τό Θεό: “καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν” καί ἀπό τήν Παναγία: “Πολλοῖς συνεχόμενος πειρασμοῖς, πρὸς Σὲ καταφεύγω, σωτηρίαν ἐπιζητῶν. Ὦ Μῆτερ τοῦ Λόγου καὶ Παρθένε, τῶν δυσχερῶν καὶ δεινῶν με διάσωσον”.
Δεύτερον, ζητᾶμε ἀπό τήν Παναγία νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τά πάθη μας: “Παθῶν με ταράττουσι προσβολαί, πολλῆς ἀθυμίας ἐμπιπλῶσαί μου τὴν ψυχήν”. Ὅπως τό πάθος τῆς ὑπερηφανείας, τοῦ θυμοῦ, τῆς ζήλειας, τοῦ φθόνου, τῆς κατακρίσεως, τῆς πολυλογίας, τῆς γαστριμαργίας κ.ἄ. βασανίζουν τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί τήν καθιστοῦν ἀκάθαρτη. Ὁ ἀγώνας τοῦ χριστιανοῦ πρέπει νά εἶναι καθημερινός γιά νά παραμένει ἥσυχος καί γαλήνιος στήν ψυχή του, χωρίς νά τόν καταδικάζει γιά τίποτα ἡ συνείδησή του. Γι’ αὐτό ζητᾶμε νά μᾶς θεραπεύσει τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς μας λέγοντας: “Ἴασαι ἁγνή, τῶν παθῶν μου τὴν ἀσθένειαν”.
Τρίτον, ζητᾶμε ἀπό τήν Παναγία νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τούς κινδύνους τῆς καθημερινῆς ζωῆς μας διά τῆς θείας προστασίας Της, λέγοντάς Της: “Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνους τοὺς δούλους Σου Θεοτόκε”. Πολλοί οἱ κίνδυνοι τοῦ ἀνθρώπου πού φέρουν εὔκολα τή συμφορά στή ζωή του. Ἀτυχήματα, ἐπαγγελματικές δυσκολίες, οἰκογενειακές ἀκαταστασίες κ.ἄ. Γι’ αὐτό παρακαλοῦμε τήν Παναγία νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τούς κινδύνους μέ τήν προστασία Της καί νά γίνει “πύργος ἀσφαλείας”, “τεῖχος ἀπροσμάχητον”.
Τέταρτον, ζητᾶμε ἀπό τήν Παναγία μέ τίς δεήσεις μας νά μᾶς ἐνισχύσει καί νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τίς θλίψεις καί τίς ἀσθένειές μας. “Σοῦ δέομαι τῆς ἀγαθῆς ἐκ φθορᾶς νοσημάτων ἀνάστησον” καί “ἐπίβλεψον, ἐν εὐμενείᾳ πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπί τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν”. Μέσα στόν πόνο περισσότερο σκεπτώμεθα τό Θεό καί ἀναζητᾶμε τή θεία βοήθειά Του. Νιώθουμε τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία μας καί τήν Παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος πού δέν ἐπόνεσε πολύ δέν μπορεῖ νά νιώσει τόν πόνο τοῦ ἄλλου. Χρειάζεται ὁ πόνος τῆς ἀσθένειας ἤ τῶν δυσκολιῶν τῆς ζωῆς μας γιά νά αἰσθανθοῦμε τήν ἀνάγκη τοῦ ἄλλου καί νά νιώσουμε ποιοί μᾶς ἀγαποῦν πραγματικά. Ὁ πόνος φέρει τή μετάνοια στόν ἄνθρωπο καί εἶναι ἕνας τρόπος σωτηρίας τῆς ψυχῆς του. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἐπόνεσε πάρα πολύ πάνω στό σταυρό καί ἔδειξε τό δρόμο τοῦ πόνου πού λυτρώνει καί ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο. Ὁ πόνος νικᾶ τά πάθη τοῦ ἀνθρώπου καί φέρει ἀρετές μέσα στήν ψυχή τοῦ πιστοῦ. Ὁ ἐγωϊστής ταπεινώνεται μέσα στόν πόνο τῆς ἀσθενείας του καί ζητᾶ ή βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τῆς Παναγίας. Μέσα στή δυστυχία τῶν θλίψεών του κατανοεῖ τήν εὐτέλεια τῆς ζωῆς του καί ἀναζητᾶ τήν εὐτυχία κοντά στό Θεό. Ὁ πόνος θεραπεύει ἀδυναμίες καί πάθη πού φθείρουν τήν ψυχή. Ὁ πόνος φέρει τούς ἀνθρώπους πιό κοντά καί ὁ ἕνας παρηγορεῖ τόν ἄλλον καί προσφέρει τή βοήθειά του μέ ἀγάπη καί θυσία. Πολλές φορές ὁ πόνος τῆς καρδιᾶς εἶναι μεγαλύτερος ἀπό τόν πόνο τοῦ σώματος, πού φέρει σέ μεγάλη ἀμηχανία πράξεων μέσα στή θλίψη τῆς ψυχῆς καί μπορεῖ νά εἶναι ἀποτέλεσμα μοναξιᾶς, συκοφαντίας, κακίας, μίσους καί ζήλειας. Γι’ αὐτό ἔχουμε ἀνάγκη νά λέγουμε τόν πόνο μας στόν ἄλλο, γιά νά ξαλαφρώνουμε ψυχικά καί νά ἀναπαυόμαστε κοντά στήν ἀγάπη τοῦ ἄλλου. Καί ἡ Παναγία ἐπόνεσε πολύ ψυχικά γιά τήν ἄδικη κακομεταχείριση καί σταύρωση τοῦ Υἱοῦ Της. Καί γίνεται ἡ προστάτις τῶν θλιβομένων καί ἀδικουμένων, ὅταν τήν παρακαλοῦμε: “Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς”. Καί πέμπτον, παρακαλοῦμε τήν Παναγία διά τῆς μεσιτείας στόν Πανάγαθο νά μᾶς ἐξαλείψει τό πλῆθος τῶν ἁμαρτημάτων μας: “Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων”, δηλ. τά ἁμαρτήματά μας. Παρακαλοῦμε νά μᾶς σώσει διά τῆς θείας βοηθείας Της καί νά μᾶς ὁδηγήσει σέ μετάνοια. Μᾶς προτρέπει ὁ παρακλητικός κανόνας στήν ἀληθινή μετάνοια, στήν ἐξομολόγηση καί τή θεία Κοινωνία. Νά ζήσουμε μιά ζωή μετανοίας, γιά νά μήν μολύνεται ἡ ψυχή μας ἀπό πλῆθος ἁμαρτιῶν. Γι’ αὐτό ἡ ἁμαρτία θεωρεῖται ἔγκλημα γιά τήν ψυχή μας, διότι αὐτή ἀποστατεῖ ἀπό τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὁδηγεῖται στό σκοτάδι τοῦ θελήματος τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου. Μακρυά ἀπό τό Θεό “ἀπολλύμεθα ὑπὸ πλήθους πταισμάτων”. Ἐκεῖνος πού τιμᾶ ἀληθινά τήν Παναγία δέεται γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του καί ζεῖ διαρκῶς ἐν μετανοίᾳ παρακλητικῇ. Ἡ Παναγία εἶχε πλήρη ἀφιέρωση στό Θεό μέ ζῆλο ὑπερανθρώπινο πού ξεπερνοῦσε τῶν ἀγγέλων τήν ἁγιότητα. Ἆραγε ὁ δικός μας ζῆλος ὁμοιάζει κατά ἕνα μέρος στή διάθεση τῆς Παναγίας; Πόσο ἐπιζητοῦμε τήν ὁμοίωση μέ τήν Παναγία; Πόσο ἑλκυόμεθα ἀπό τήν ταπεινή ζωή Της; Πόσο ἐπιζητοῦμε οἱ ἀρετές Της νά γίνουν δικές μας; Πόσο ἡ δική μας προσευχή ὁμοιάζει μέ τῆς Παναγίας;
β. Πότε εἰσακούεται ἡ παράκλησή μας;
Εἰσακούεται ἡ παράκλησή μας πρός τήν Παναγία: Ὅταν ἡ πίστη μας εἶναι ἀληθινή καί δέν παρασύρεται ἀπό ἀμφιβολίες καί δυσπιστίες στή θεία βοήθεια. Ὅταν δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς μας, ἀλλά μέ θέρμη ἐσωτερική καί μέ βεβαιότητα προστρέχουμε στή στοργική Μητέρα τοῦ Θεοῦ γιά τή λύτρωση τῶν δεινῶν μας. Ἐκεῖνος πού στηρίζεται ὁλοκληρωτικά στό Θεό δέν ἀμφιβάλλει γιά τή θεία βοήθειά Του. “Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι” (Μάρκ. θ΄ 23).
Ὅταν προστρέχουμε μέ ταπείνωση στήν Παναγία, γεγονός πού κρύβει τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία μας, δείχνουμε τήν ἀγάπη μας πρός τό θεῖο πρόσωπό Της. Ὅπως ὁ Θεός εὐλόγησε ὑπέρ τό δέον τήν Παναγία, καθ’ ὅτι “ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ”. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος δέν ὑπερηνεύεται πού κατέστη Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀντιθέτως ταπεινώνεται συνεχῶς μέσα στήν προσευχή της καί στή ζωή διαβιώντας ταπεινά καί ἀπέριττα χωρίς τή δόξα τοῦ κόσμου. Τό φρόνημα τῆς ταπεινώσεώς Της παραμένει παράδειγμα πρός μίμηση γιά νά ἀποφεύγουμε κάθε ἐγωϊστική διάθεση τῆς ψυχῆς μας. Μόνο μιά ταπεινή προσευχή πού δείχνει τήν καθαρή ζωή μας χωρίς ἐγωϊσμό γίνεται δεκτή ἀπό τό Θεό: “ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν προσευχὴν τῶν ταπεινῶν καὶ οὐκ ἐξουδένωσε τὴν δέησιν αὐτῶν” (Ψαλμ. ρα΄ 18).
Ὅταν δείχνουμε ἀπεριόριστη ἀγάπη στό Θεό, πού φαίνεται ἀπό τήν καθαρή προσευχή μας καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του. “Ὁ ἔχων τὰς ἐντολὰς μου καὶ τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με” (Ἰωάν. ιδ΄ 21). Εἶναι σημαντικό νά ἀγαποῦμε τό Θεό μέ ὅλη μας τήν καρδιά, γιά νά εὐεργετηθοῦμε πλουσιοπάροχα μέ τίς θεῖες δωρεές Του. Ἡ καρδιά μας μᾶς φανερώνει πόσο ἀγαποῦμε τό Θεό, ἀπό τό πόσο χρόνο σκεπτόμαστε Αὐτόν. Ὅσο περισσότερο ἀγαποῦμε τό Θεό, τόσο περισσότερο ζοῦμε ἀληθινά ἐν Χριστῷ καί τιμοῦμε τήν Παναγία καί ὅλους τούς ἁγίους. Γι’ αὐτό μιά προσευχή ἀγαπητική πρός τό Θεό θά εἶναι περισσότερο εὐπρόσδεκτη, διότι θά δείχνει τήν καρδιά μας, πόσο τόν ἀγαποῦμε καί τόν τιμοῦμε μέ τή ζωή μας.
Καί τό σπουδαιότερο, ὅταν ἔχουμε ὑπομονή στίς παρακλήσεις μας. Μέσα στήν ὑπομονή μας δοκιμάζεται ἡ πίστη μας, πόσο ἀνθεκτική εἶναι στούς ἀνέμους τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς ὀλιγοπιστίας. “Τό δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως κατεργάζεται ὑπομονήν” (Ἰακ. α΄ 2). Ἡ ὑπομονή γίνεται γέφυρα ἑνώσεως μετά τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά εἰσακουσθεῖ ἡ προσευχή μας. Χαρακτηρίζει ἀνθρώπους μέ ὑπομονή, ἐκείνους πού ἔχουν διαπεράσει ἀπό πολλές θλίψεις στή ζωή τους καί εἶναι ἀνθεκτικοί στούς ἐρχόμενους πειρασμούς, διότι ἡ πίστη μας εἶναι στήριγμα στά δεινά τῆς ζωῆς μας.
Ὅταν ὑπάρχει θερμή προσευχή πού νά συγκλονίζει τήν καρδιά μας ἀπό τήν ἀγάπη πρός τό Θεό. Μιά προσευχή πού ἔχει δείγματα ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης καί ἀφοσιώσεως στό Θεό γίνεται δεκτή καί εὐάρεστη. Ἡ προσευχή μᾶς βοηθεῖ νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό τά πάθη μας καί κάθε κακή ἐπιθυμία μας. Ἡ καθαρή προσευχή δείχνει πόσο ἀγαποῦμε τό Θεό καί πόσο εἰσακούει ὁ Θεός τήν καρδιακή προσευχή μας. Ἀναφέρεται ὅτι κάποτε ἀσκήτευε στήν ἔρημο τοῦ Σινᾶ ἕνας ἅγιος γέροντας. Μιά μέρα τόν συναντᾶ ἕνας μοναχός καί τοῦ λέγει: – Πάτερ μου, ταλαιπωρούμαστε πολύ ἐξ αἰτίας τῆς ἀνομβρίας.
– Γιατί, ρώτησε ὁ γέροντας, δέν προσεύχεσθε καί δέν παρακαλεῖτε τό Θεό νά βρέξει;

– Καί προσευχόμαστε, ἀπάντησε ὁ ἀδελφός, καί λιτανεῖες κάνουμε. Ἀλλά δέν βρέχει.
– Ἀσφαλῶς, λέει πάλι ὁ ἀσκητής, δέν θά προσεύχεσθε ἐντατικά καί ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς σας. Θέλεις, λοιπόν, νά τό διαπιστώσεις καί σύ; Ἄς προσευχηθοῦμε μαζί.
– Τότε ὁ γέροντας ἀσκητής ὕψωσε τά χέρια του πρός τόν οὐρανό καί προσευχήθηκε. Καί ἀμέσως ἄρχισε νά βρέχει.

Μόνο μιά θερμή προσευχή πού βγαίνει μέσα ἀπό τήν καρδιά μας εἰσακούεται ἀπό τό Θεό.
Ἀνάγκη εἶναι νά συνεργεῖ μέ τήν προσευχή καί ἡ νηστεία, διότι λέγει ὁ Κύριος: “τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ” (Ματθ. ιζ΄ 21). Ἡ προσευχή καί ἡ νηστεία συμπορεύονται γιά νά ταπεινώσουν τό σῶμα καί τήν ψυχή. Εἶναι ἕνας ἀγώνας πνευματικός πού διέρχεται ἀπό τήν καθολική ψυχοσωματική ἄσκηση. Ἡ νηστεία χρειάζεται γιά τήν πάλη ἐναντίον τῶν δαιμόνων καί τῶν σαρκικῶν παθῶν. Ἡ νηστεία δυναμώνει τήν ψυχή στίς ἀρετές καί ἐνισχύει κατά πολύ τήν προσευχή, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀνυψώνεται πιό εὔκολα ὁ νοῦς μας στό Θεό.
Νά ὑπάρχει εἰλικρινής μετάνοια, πού νά φανερώνει τήν ἐσωτερική συντριβή τῆς καρδιᾶς μας καί τή μεταστροφή μας πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. “Ροήν μου τῶν δακρύων μὴ ἀποποιήσῃς”. Ἡ μετάνοια ἐκδηλώνεται στήν ταπεινή ψυχή πού διψᾶ γιά τή συγχώρεση τῶν ἁμαρτημάτων της καί δέεται γιά τή σωτηρία της. Καί συγχρόνως παρακαλεῖ γιά τή βοήθεια στά προβλήματά της. Ἡ ἐσωτερική μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου ὁδηγεῖ στό νά προκαλέσει τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ πρός βοήθειά Του. Ἡ μετάνοια δέν ἀνορθώνει μόνο τήν πεσμένη ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἁμαρτία ἀλλά καί τήν πεσμένη ζωή του ἀπό τά δεινά καί τίς θλίψεις του.
γ. Πότε δέν εἰσακούεται ἡ παράκλησή μας;
α. Ὅταν κάνουμε ἁμαρτωλή ζωή καί δέν μετανοοῦμε γιά τίς ἁμαρτίες μας.

β. Ὅταν ὑπάρχει μέσα μας ὑπερηφάνεια καί ἔπαρση.
γ. Ὅταν ὑπάρχει ὀλιγοπιστία.
δ. Ὅταν ξεχνοῦμε τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας.
ε. Ὅταν δεν εἶναι γιά τό συμφέρον τῆς ψυχῆς μας.

δ. Πῶς εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία;

Πρέπει νά εὐχαριστοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο μέ ὕμνους καί δεήσεις δοξολογικές, γιά νά τιμοῦμε ἄξια τή θεία βοήθειά Της. Τό “Ἄξιόν ἐστι ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν Σὲ τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν…”, πρέπει νά τό λέγουμε τακτικά. Ἀκόμη καί ἄλλους ὕμνους πού δείχνουν τή δόξα τῆς Παναγίας στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί στή γῆ, πού παρουσιάζει ὁ παρακλητικός κανόνας.
Τήν Παναγία εὐχαριστοῦμε γιά ὅλες τίς δωρεές Της πού προσφέρει σέ μᾶς διά τῆς θείας εὐλογίας Της: “ἀπολαύοντες Πάναγνε, τῶν Σῶν δωρημάτων εὐχαριστήριον, ἀναμέλπομεν ἐφύμνιον, οἱ γινώκοντές σε Θεομήτορα” (Μικρός Παρακλητικός Κανών).
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία, ὅταν ἀναγνωρίζουμε τή θέση Της μέσα στήν ἐκκλησία. Εἶναι ἡ Θεοτόκος, ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ πού ἐγέννησε ἀσπόρως τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ Θεομήτωρ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει: “Θεοτόκον κυρίως καὶ ἀληθῶς τὴν Ἁγίαν Παρθένον κηρύττομεν· ὡς γὰρ Θεὸς ἀληθὴς ὁ ἐξ αὐτῆς γεννηθείς, ἀληθὴς Θεοτόκος ἡ τὸν ἀληθινόν Θεὸν ἐξ αὐτῆς σεσαρκωμένον γεννήσασα”[1].
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία διότι ἐγέννησε τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Μᾶς πρόσφερε ἕνα καί μοναδικό δῶρο, τή σάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἐδώρισε τό τίμιον καί ἁγνό σῶμα Της γιά τή σωτηρία μας. Ἡ προσφορά Της αὐτή εἶναι τό δῶρο πρός τό ἀνθρώπινο γένος.
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία μέ ὕμνους καί λόγους, μέ τούς ὁποίους τονίζουμε τό θεῖο ἔργο Της ἐπί τῆς γῆς. Ὕμνους δοξαστικούς πού ἔχει καθιερώσει ἡ ἐκκλησία γιά νά δοξάσει τό ὑπερύμνητο θεῖο πρόσωπό Της. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός γράφει: “Ἀληθινά δὲν ὑπάρχει γλώσσα ἀνθρώπου, μήτε ὑπερκόσμιος, ἀγγελικός νοῦς ποὺ νὰ μπορεῖ ἐπάξια νὰ ὑμνήσει Ἐκείνη, μὲ τὴν ὁποία μᾶς δόθηκε ἡ δυνατότητα νὰ θεωροῦμε καθαρὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου”[2]
Εὐχαριστοῦμε τήν Παναγία, ὅταν προσευχόμαστε γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Γιά ἐκείνους πού εἶναι μακρυά ἀπό τό Θεό. Μᾶς ζητᾶ νά προσευχόμαστε γιά τή μεταστροφή τῶν ἀνθρώπων στόν Υἱό Της. Νά πλησιάζουμε τόν Κύριο μέ ἀγάπη, γιά νά λάβουμε πλούσιους καρπούς. Νά προσευχόμαστε πάντοτε, καί σέ καλές στιγμές τῆς ζωῆς μας, ὅπου ὑπάρχει ἡ χαρά καί ἡ εὐτυχία. Νά τόν δοξολογοῦμε καί νά τόν ὑμνοῦμε μέ τήν καθαρή ζωή μας. Νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του. Αὐτός νά εἶναι ὁ ὁδηγός καί ὁ φάρος τῆς ζωῆς μας. Νά εἴμαστε ὑπάκουοι στό ἅγιο θέλημά Του. Νά προοδεύουμε στήν πνευματική ζωή καί νά ἔχουμε πνευματική ἕνωση μέ τό Θεό.

Ὅπως ἐμεῖς παρακαλοῦμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο γιά τή δική μας βοήθεια, τό ἴδιο παρακαλεῖ καί Αὐτή ἐμᾶς νά ἀκοῦμε τόν Υἱό Της, νά ἀκοῦμε καί νά τηροῦμε τίς θεῖες ἐντολές Του γιά τή δική μας σωτηρία.
Ἡ Παναγία μᾶς δείχνει τό δρόμο πρός τόν οὐρανό, ἀρκεῖ νά τόν διαβοῦμε μέ τίς ἀρετές Της, ὥστε νά γίνουμε ἄξιοι τῆς ἀγάπης Της.

πηγαί:
(Από το βιβλίο του π.Δαμιανού Ζαφείρη «Η ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ»)
 Ἰωάννης Δαμασκηνός, ΕΠΕ, 1, 23. [2] Ἰωάννης Δαμασκηνός, Θεοτόκος, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, σελ. 103.